Search Results
Number of Results: 7
DICHLORVOS
Definition
2,2 Διχλωροβινυλο -διμεθυλο -φωσφορικό (DDVΡ). Οργανοφωσφορικό εντομοκτόνο και ακαρεοκτόνο σχετικά μικρό χρόνο διατήρησης. Χρησιμοποιείται συχνά για αποφθειρίωση των ψαριών, ιδιαίτερα στις καλλιέργειες σολομού σε κλουβιά.
English French Spanish Greek Norwegian Polish Hungarian Turkish Galician